Ένας βασικός λόγος που οδηγεί πολλούς νέους σε μια ζωή εκτός συνόρων είναι, κακά τα ψέματα, η ανάγκη για εξέλιξη. Να βάζεις στόχους και μέσα από την εκπλήρωση τους να διαμορφώνεις την ποιότητα της ζωής σου. Να θέτεις τα δικά σου όρια, ζυγίζοντας τα θέλω μαζί με τα μπορώ.
Αυτό είναι που στερούμαστε στην Ελλάδα της κρίσης. Την υγιή εξέλιξη μέσα από την εργασία μας. Την ελευθερία της επιλογής, τη δυνατότητα της δημιουργίας, την επιβράβευση της επιτυχίας, την ευγενή άμιλλα. Σε αρκετές, βέβαια, περιπτώσεις, η άμεση και επιτακτική ανάγκη για επιβίωση κάνει τη μετανάστευση να είναι μονόδρομος και όχι επιλογή. Οι εργασιακές σχέσεις, στο βωμό της κρίσης, πήραν τη μορφή του καλού ή κακού βασιλιά/εργοδότη όπου στα χέρια του κρίνεται κυριολεκτικά η επιβίωση του εργαζόμενου. Χωρίς αυτό να αποτελεί, σε αρκετές περιπτώσεις, επιλογή του ίδιου του εργοδότη (δεκάδες επιχειρήσεις κλείνουν).
Η απώλεια της εργασίας μοιάζει με νόσημα που αλλάζει εξ ολοκλήρου τον τρόπο ζωής του ασθενούς και με πολύ μικρές πιθανότητες ανάκαμψης. Ο ανταγωνισμός που έχει δημιουργήσει η συνεχώς αυξανόμενη ανεργία σε ρίχνει στην αρένα των λεόντων όπου για να επιβιώσεις πρέπει να απαρνηθείς έμπρακτα όποια κριτική σκέψη σου έχει απομείνει. Το μόνο που πρέπει να σκέφτεσαι είναι ότι εάν δεν συμβιβαστείς πρώτος, κάποιος άλλος θα είναι πρόθυμος να συμβιβαστεί.
Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Η κρίση βρίσκεται στα θεμέλια της κοινωνίας. Στην έλλειψη παιδείας, στην έλλειψη προτύπων, στην καιροσκοπική κουλτούρα, στον ατομικισμό του Νεοέλληνα. Δε χρειάζεται να μιλήσουμε για τις ευπαθείς ομάδες. Αυτές είναι ήδη ξηλωμένες από τον κοινωνικό ιστό μας.
«Δεν είμαστε οικονομικοί μετανάστες – κάνουμε διεθνή καριέρα» πειραζόμαστε όταν το κλίμα βαραίνει και αρχίζουμε να μοιάζουμε με κακέκτυπα της δεκαετίας του 1920.
Για να αποφασίσεις μπαίνουν όλα στη ζυγαριά. Η αξιοκρατία, η κοινωνική πρόνοια, οι πολιτισμικές διαφορές, ο ρατσισμός, οι καιρικές συνθήκες, η γλώσσα, η κουλτούρα, οι μικρές και μεγάλες λεπτομέρειες που συνθέτουν το περιβάλλον στο οποίο σκοπεύεις να ζήσεις, σε αντιπαράθεση με το περιβάλλον που ήδη γνωρίζεις. Η οικογένεια στην οποία μεγάλωσες σε αντιπαράθεση με την οικογένεια που θέλεις να αποκτήσεις.
Πουθενά δεν βρίσκεται η γη της επαγγελίας. Στο ίδιο γρανάζι θα γυρνάς, το ίδιο σύστημα θα υποστηρίζεις, την ίδια μοίρα μπορεί εν καιρώ να συναντήσεις.
«Δεν είναι υλιστικό το θέμα» καταλήγουμε. Δεν είναι τα αμάξια, τα ρούχα, η καριέρα, η καλοζωία του gadget. Είναι το περιθώριο να μπορείς να αναπνέεις, να ονειρεύεσαι και να δημιουργείς σε σύγκριση με τη καθημερινή υποτίμηση της αξιοπρέπειας και της νοημοσύνης σου στη χώρα που γεννήθηκες και σου την ορίσανε σαν το χώρο που σου αντιστοιχεί.
Αναρωτιέσαι αν θα έμενες εάν υπήρχε ελπίδα. Εάν υπήρχε κοινωνική σύμπνοια αρκετή για να δημιουργήσει μια καινούργια εποχή, όχι να επιστρέψουμε στις συνθήκες προ κρίσης, αλλά σε κάτι που κάπως θα λειτουργεί. Οι προβλέψεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Τα όνειρα μας στην Ελλάδα μοιάζουν ανέφικτα. Ίσως όμως να μην είναι…
Δημήτρης – Αμαλία